Αναρτήσεις

Προβολή αναρτήσεων από Μάιος, 2012

Ο αναρχικός τραπεζίτης - Φερνάντο Πεσόα

Ο αναρχικός τραπεζίτης - Φερνάντο Πεσόα [...]    Πολύ σωστά! Η τυραννία προέρχεται απ' τους θεσμούς κι όχι απ' τους ανθρώπους που τους εκπροσωπούν. Μπορούμε να πούμε πως οι τελευταίοι είναι το εργαλείο που χρησιμοποιούν οι θεσμοί για να ασκήσουν την τυραννία τους, έτσι όπως και το μαχαίρι μπορεί να γίνει το εργαλείο ενός δολοφόνου. Και δε θα μου πείτε βέβαια πως θα ξεφορτωνόμασταν τους δολοφόνους αν ξεφορτωνόμασταν τα μαχαίρια. Κοιτάξτε... ας πούμε πως καταστρέφατε όλους τους καπιταλιστές του κόσμου, μήπως θα καταστρέφατε μ'αυτόν τον τρόπο και το κεφάλαιο; Την επόμενη μέρα  το καφάλαιο θα ήταν στα χέρια άλλων και θα ασκούσε μ' αυτούς την τυραννία του. Αν δεν καταστρέφατε τους καπιταλιστές αλλά το κεφάλαιο, τότε πόσοι καπιταλιστές θα έμεναν;... Λοιπόν; [...] Απόσπασμα από το 'Ο αναρχικός τραπεζίτης' - Φερνάντο Πεσόα

Αυτούς τους έχω βαρεθεί - Βολφ Μπίρμαν

Αυτούς τους έχω βαρεθεί - Βολφ Μπίρμαν  Τις κρύες γυναίκες που με χαϊδεύουν, τους ψευτοφίλους που με κολακεύουν, που απ’ τους άλλους θεν παλικαριά κι οι ίδιοι όλο λερώνουν τα βρακιά, σ’ αυτήν την πόλη που στα δυο έχει σκιστεί, τους έχω βαρεθεί. Και πέστε μου αξίζει μια πεντάρα, των γραφειοκρατών η φάρα, στήνει με ζήλο περισσό, στο σβέρκο του λαού χορό, στης ιστορίας τον χοντρό το κινητή, την έχω βαρεθεί. Και τι θα χάναμε χωρίς αυτούς όλους, τους Ευρωπαίους, τους προφεσόρους, που καλύτερα θα ξέρανε πολλά, αν δεν γεμίζαν ολοένα την κοιλιά, υπαλληλίσκοι φοβητσιάρηδες, δούλοι παχιοί, τους έχω βαρεθεί. Κι οι δάσκαλοι της νεολαίας νταντάδες, κόβουν στα μέτρα τους τους μαθητάδες, κάθε σημαίας πλαισιώνουν τους ιστούς, με ιδεώδεις υποτακτικούς, που είναι στο μυαλό νωθροί, μα υπακοή έχουν περισσή, τους έχω βαρεθεί. Κι ο παροιμιώδης μέσος ανθρωπάκος, κέρδος ποτέ μα από παθήματα χορτάτος, που συνηθίζει στην κάθε βρωμιά, αρκεί να έχει γεμάτο τον ντορβά κι επανα

Ο ξένος - Αλμπέρ Καμύ

Ο ξένος - Αλμπέρ Καμύ [...]       Η συνεδρίαση διακόπηκε. Βγαίνοντας από το δικαστικό μέγαρο γιά ν' ανέβω στο αυτοκίνητο της φυλακής, αναγνώρισα για μιά ελάχιστη στιγμή τη μυρωδιά και το χρώμα μιας καλοκαιριάτικης βραδιάς. Μέσα στο σκοτάδι της κινητής φυλακής μου, ξαναβρήκα έναν έναν, σαν από τα κατάβαθα της κούρασής μου, όλους τους γνώριμους θορύβους μιας πόλης που αγαπούσα και μιας κάποιας ώρας που παλιά μου συνέβαινε να νιώθω ευχαριστημένος. Η φωνή των εφημεριδοπωλών μέσα στη χαλαρή κιόλας ατμόσφαιρα, τα τελευταία πουλιά μέσα στο δημόσιο κήπο, οι φωνές των πλανόδιων πωλητών με τα σάντουιτς, το παραπονιάρικο τρίξιμο των τραμ στις μεγάλες στροφές της πόλης κι αυτός ο συγκεχυμένος θόρυβος του ουρανού πριν πέσει η νύχτα πάνω στο λιμάνι, όλ' αυτά ανάπλαθαν μέσα μου ένα δρομολόγιο τυφλού, ένα δρομολόγιο που το γνώριζα καλά πριν μπω στη φυλακή. Ναι, ήταν η ώρα που πριν από αρκετό καιρό μ' έκανε να νιώθω ευχαριστημένος. Αυτό που με περίμενε τότε, ήταν ένας ύπνος ελαφρός

Πολιτική Ανυπακοή / Ζωή χωρίς αρχές - Χένρυ Ντέϊβιντ Θορώ

Πολιτική Ανυπακοή/ Ζωή χωρίς αρχές - Χένρυ Ντέιβιντ Θορώ Πολιτική Ανυπακοή [...]        Κάθε ψηφοφρία είναι ένα είδος παιχνιδιού, όπως το σκάκι ή το τάβλι, με μιαν ελαφρά ηθική επικάλυψη · ένα παιχνίδι με το δίκαιο και το άδικο, με τα ηθικά ζητήματα - και, όπως είναι φυσικό, συνοδεύεται από στοιχήματα. Ο χαρακτήρας των ψηφοφόρων τίθεται υπό αίρεση. Ψηφίζω στην τύχη, όσο πιο δίκαια νομίζω. Δεν συνιστά όμως για μένα ζήτημα ζωής ή θανάτου η επικράτηση του δίκαιου. Υποχωρώ πρόθυμα στη θέληση της πλειοψηφίας. Κατά συνέπεια, η υποχρέωσή μου δεν υπερβαίνει ποτέ τη λυσιτέλεια. Ψηφίζω πάντα για το δίκαιο , αλλά δεν κάνω τίποτα για αυτό. Και η ψήφος αυτή εκφράζει υποτονικά προς τους άλλους την επιθυμία ότι πρέπει να επικρατήσει το δίκαιο. Ένας σοφός άνθρωπος όμως δεν εγκαταλείπει το δίκαιο στην τύχη, ούτε τρέφει την ελπίδα να το δει να επικρατεί μόνο διαμέσου της δύναμης της πλειοψηφίας. Δεν υπάρχουν μόνο διαμέσου της δύνατης της πλειοψηφίας. Δεν υπάρχουν παρά ψήγματα αρετής εκεί όπου

Bororo - Λένος Χρηστίδης

Bororo - Λένος Χρηστίδης [...]    Η συμπαθής κυρία Φωτεινή ήταν ευτυχής που συζητούσε μ' ένα σοβαρό νεαρό, ένα λαμπρό φοιτητή, ένα φέρελπι δημοσιογράφο με τόσα ενδιαφέροντα. Γιατί να της το χαλάσει; Και τι να πει; Ότι είχε κάποια χρόνια να πατήσει στη Σχολή, μόνο έστελνε πού και πού κανέναν να γράψει αντ' αυτού; Ότι η δουλειά του ήταν ένας μη δημιουργικός, μη ευχάριστος, μη βιώσιμος χώρος χωρίς προοπτική; Ότι οι παλιοί φίλοι του είχαν σκορπίσει στις τέσσερις γωνιές της Γης, άλλος παντρεμένος, άλλος χωρίς φρύδια, άλλο χαρακτηρισμένος - από τον περίγυρο του - παθολογική περίπτωση; «Κι ο τέταρτος, Φωτεινή, ανυποψίαστη γλυκιά σαραντάρα από την Κομοτηνή, ο τέταρτος είμαι εγώ». Αυτό θα μπορούσε να πει ο Λάμπρος, αλλά δεν το είπε. Κι έτσι η ώρα κύλησε ευχάριστα και ήρεμα. [...] [...]    Τα ποτήρια γέμιζαν και άδειζαν για να ξαναγεμίσουν. Η Εύη Βιδευή, μετά το σόλο, επέστρεψε στη φυσική της θέση: δεύτερα στον Πανορμίτη Μαλτεζάνο, που είχε κάνει το τσιγαράκι του.